OSCAR DE LA RENTA: τα αιθέρια υφάσματα ενός ανθρώπου με Όραμα


Τρία είναι τα εντονότερα πάθη μου: ο αποσυμβολισμός και συγγραφή μύθων, τα ταξίδια και η μόδα. Όχι όμως η οποιαδήποτε μόδα, αλλά αυτή που συνδυάζει τα προηγούμενα δύο:
Υφάσματα παραμυθένια που σε ταξιδεύουν σ’ έναν κόσμο αιθέριο, ανώτερης αισθητικής. Κάπως έτσι αισθάνθηκα όταν πριν χρόνια έπιασα ένα μεταξωτό φόρεμα του οίκου Oscar De La Renta.
 Θυμήθηκα την αίσθηση σήμερα με αφορμή την είδηση του θανάτου του. Βέβαια όπως πολύ σωστά λέει το διάσημο απόφθεγμα που έγινε και στίχος των Ace of Basea man will die but not his ideas.
 Κι εκεί θέλω να σταθώ. Στην ηλικία που έπιασα δουλειά ως βοηθός ενδυματολόγου και περιφερόμουν κουβαλώντας πανάκριβα ρούχα διάσημων οίκων, ήξερα πολύ λίγα πράγματα για τον ενεργοπληροφοριακό κόσμο.
 Ότι δηλαδή όλοι οι άνθρωποι περιβαλλόμαστε από ένα ενεργειακό αόρατο κουκούλι που λέγεται αύρα και ότι οι σκέψεις μας δημιουργούν ύλη όπως είχε περιγράψει ο Einstein.
  Αργότερα μέσα στα πολλά που έμαθα απ΄την δασκάλα μου  ήταν  και το παρακάτω:  Είναι πολύ διαφορετικές οι  αισθήσεις που λαμβάνουμε από ένα ρούχο που έχει ραφτεί με πόνο από  άτομα τρίτων χωρών που ζουν για ένα κομμάτι ψωμί και από ένα ένδυμα που φτιάχτηκε με αγάπη  των καλοπληρωμένων ανθρώπων που δουλεύουν κάτω απ΄το όραμα του σχεδιαστή.
 Διότι σίγουρα τα ενδύματα δεν τα ράβουν οι ίδιοι οι σχεδιαστές μεν, αλλά η επιλογή των ανθρώπων που θα δουλέψουν για τον οίκο  και θα κάνουν πράξη το όραμα , δεν είναι τυχαία.
 Όταν άγγιξα αυτό το φόρεμα ένιωσα ότι ήταν κάτι το αιθέριο, φερμένο κατευθείαν απ΄τον κόσμο των Ιδεών ενός ανθρώπου που λάτρευε την γυναίκα ως θεότητα.
 Ίσως γι’ αυτό και να επέλεξε να δημιουργήσει ενδύματα  θεϊκά που ν’ αναδεικνύουν την γυναικεία χάρη. Άλλωστε έλεγε ότι θέλει τα ρούχα του να εκφράζουν τα δύο προτερήματα που θαυμάζει στις γυναίκες, αυτοπεποίθηση και ευγένεια.
 Πίστη  δηλαδή στη γυναικεία μας θεϊκή φύση (δύναμη που μας έδωσε η Γη ως μητέρες) κι αιθέρια κομψότητα και χάρη. Και τα δύο φυσικά βρίσκονται σ’ έλλειψη στις σημερινές γυναίκες.
H ιστορία του έχει πολλά κοινά με το παραμύθι του Γενναίου Ραφτάκου που από ένα μικρό εργαστήρι,ξεκίνησε να κατακτήσει τον κόσμο. Έτσι κι ο De La Renta από την Ισπανία που  σπουδάζε καλές τέχνες, βρέθηκε να κατακτά τη Νέα Υόρκη κι από εκεί το Παρίσι και τις διεθνείς πασαρέλες.
  Μούσα του απ΄την αρχή που πήρε το ρίσκο να κάνει τα δικά του βήματα, ήταν η Françoise de Langlade, διευθύντρια τότε της Γαλλικής Vogue. Δεν επέλεξε μια μοντέλα με τζούφια ενέργεια, αλλά μια γυναίκα με γνωριμίες κι επίπεδο που χάρη στην δυνατή γυναικεία της φύση, τον τροφοδότησε ούτως ώστε να απογειώσει την καριέρα του.
 Συγκινητικό είναι ότι αφ’ οτου απεβίωσε η γυναίκα του το 1983, πήρε την απόφαση να υιοθετήσει ένα ορφανό παιδί απ΄την μητρική του πατρίδα, τον Mojes De La Renta που εργάζεται σήμερα στον Οίκο. 
 Το 1990 ξανανυμφεύθηκε την Engelhard Reed, διότι τέτοιοι άνδρες με μεγαλεπήβολα οράματα που δημιουργούν κινήματα και τάσεις, δεν δύναται να μείνουν χωρίς μούσα.
Το 2004 εισήγαγε στην αγορά μια πιο οικονομική σειρά την Ο oscar, με σκοπό να κάνει πιο προσιτή την χάρη των ρούχων του στο ευρύ κοινό.
Και σε μια εποχή που κρατεροί οίκοι μόδας όπως οι Louis Vuitton, DKNY και Gucci, πούλησαν τα μερίδια τους σε ισχυρούς εταιρικούς ομίλους κάτι σαν τράπεζες ένα πράγμα, ο Oscar De La Renta προτίμησε να μην επεκτείνει τις επιχειρήσεις του με εξωτερική βοήθεια. «Παρότι είχα αρκετές προτάσεις, πιστεύω ακράδαντα ότι εμείς οι ίδιοι είμαστε κυρίαρχοι του πεπρωμένου μας» είχε δηλώσει σε μια πρόσφατη συνέντευξή του.

Σίγουρα πολλές γυναίκες βλέποντας τις δημιουργίες του φορεμένες απ΄τις πρωταγωνίστριες του ‘’Sex & the City’’ και ‘’ Gossip Girl’’ ονειρεύτηκαν να  έχουν τα χρήματα να ντύνονται έτσι...αλλά δεν αρκεί αυτό.
Προσθήκη λεζάντας
Για να αισθάνεσαι καλοντυμένος , χρειάζεται να τα έχεις βρει όχι μόνο με το γυμνό σώμα σου, αλλά και με τον γυμνό εαυτό σου.

To παιδί που γέννησε τον Έρωτα

Διαβάζοντας το διήγημα του Γάλλου Ρομαντικού Guy de Maupassant (‘’ο μπαμπάς του Σιμόν’’) θυμήθηκα την πρώτη φορά στο δημοτικό που άκουσα την λέξη «μούλικο». Όταν μου έξηγησε η μητέρα μου ότι έτσι μερικοί αποκαλούν τα παιδιά που δεν προκύπτουν από γάμο, ανατρίχιασα με την σκληρότητα.
Πλέον στην εποχή μας έχουμε ξεπεράσει αυτές τις ρετσινιές κι είναι της μοδός να κάνουμε τον γάμο μαζί με την βάφτιση...ή και καθόλου. Έρωτας να υπάρχει κι όλα τ΄άλλα είναι δευτερεύοντα. Υπάρχουν όμως και παιδιά που δεν προκύπτουν καν από αγάπη κι έρωτα, σαν τον μικρούλη της ιστορίας μας.

  Ο Λευτέρης γνώρισε την Βέρα ή μάλλον το κορμί της Βέρας στις τουαλέτες ενός club. Συνέχισαν να βγαίνουν μετά απ΄ αυτήν την ιδρωμένη τους συνεύρεση , κυρίως για να βγάζουν τα μάτια τους και πάνω στο μήνα η Βέρα ανακάλυψε ότι η καθυστέρηση οφείλεται σε εγκυμοσύνη.
Για κάποιον απροσδιόριστο λόγο αποφάσισαν να κρατήσουν αυτό το μωρό που ήρθε τυχαία στη ζωή τους. Βέβαια είμαι φανατική οπαδός της πεποίθησης ότι τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία σε αυτόν τον πλανήτη.
Αλλά να, κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει πως ο γυναικοκατακτητής, το ρεμάλι της παρέας, ο Λευτέρης αποφάσισε στα ξεκούδουνα να γίνει μπαμπάς και μάλιστα με μια κοπέλα που το μόνο ενδιαφέρον που του είχε εξάψει ήταν αυτό του κάτω μορίου. Για έρωτα ούτε λόγος.
Τα κριάρια (το ζώδιο του Λευτέρη) λένε ότι είναι λίγο χύμα γενικά ,αλλά ας μην το εξετάσω αστρολογικά. Θες ότι ο Λευτέρης είχε πατήσει τα 35 και δεν είχε κάνει τίποτα σοβαρό στη ζωή του, θες ότι γενικά δεν ήξερε τι του έλειπε, αποφάσισε να βουτήξει στην οικογενειακή ζωή.
Βέβαια ένας άνθρωπος δεν ωριμάζει απ’ τη μια στιγμή στην άλλη. Το «πάω να αγοράσω γάλατα και γύρισα το βράδυ γιατί έπινα τσίπουρα με την παρέα» κούρασε την Βέρα που μετά από δύο χρόνια, μια μέρα τον πέταξε έξω απ’ το σπίτι.
 Κάπου εκεί γνώρισα εγώ τον Λευτέρη. Να μου διηγείται ένα βράδυ πόσο πολύ του λείπει να συλλαβίζει λεξούλες στον γιο του και να τον βάζει για ύπνο. Από τις διανθισμένες φρασεολογίες που χρησιμοποιούσε για την Βέρα, κατάλαβα ότι δεν του έλειπε μόνο ο γιος.

 Ευτυχώς που το αναγνώρισα δηλαδή, γιατί οι χωρισμένοι μπαμπάδες είναι ιδιαίτερα ερωτεύσιμοι και το χρησιμοποιούν αυτό κατά κόρον.
 Αντί να την πατήσω λοιπόν, έγινα φίλη του και τον παρακολουθούσα να χρησιμοποιεί αυτό το γόητρο σε άλλες κοπέλες. 
Κι αυτό για να ανεβάζει φωτογραφίες σ’ όλα τα κοινωνικά δίκτυα με σκοπό να εμπεδώσει η Βέρα, ότι εκείνος είχε προχωρήσει στη ζωή του.
 Τόσο είχε ξεφύγει στην εκδικητικότητα, που μια μέρα έγραψε στο status του ότι περιμένει να ξαναγίνει μπαμπάς από την καινούρια του ξανθομαλλούσα κοπελίτσα.
Βέβαια κι η Βέρα δεν έμεινε άπραγη, πέρασε στην αντεπίθεση βρίσκοντας καινούριο ‘’μπαμπά’’ για τον μικρό. Αυτό το τελευταίο έκανε τον Λευτέρη να ξεκινήσει διαδικασίες για να της πάρει την επιμέλεια του παιδιού.

Εν τω μεταξύ ο μικρός μεγάλωνε και περίμενε υπομονετικά πότε θα σταματήσουν οι γονείς του να παιδιαρίζουν, για να παίξουν μαζί του. Εδώ να παραθέσω και την κακοπροαίρετη σκέψη που είχα κάνει τότε όσο εκείνοι οι δύο παιδιάριζαν στους δικηγόρους. Αναρωτιόμουν πως μια ιδρωμένη συνουσία σε τουαλέτες, που μόνο έρωτα δεν το λες, μπορεί να καρποφορήσει ένα τόσο αξιολάτρευτο αγγελούδι με σοφή ψυχή.

Ευτυχώς το αγγελούδι δεν περίμενε πολύ μέχρι να συνειδητοποιήσουν οι γονείς του τι νιώθουν ο ένας για τον άλλον. Ο Λευτέρης όσο πάλευε για την επιμέλεια του μικρού, κατάλαβε επιτέλους ότι δεν του λείπει μόνο ο γιος του, αλλά η Βέρα μαζί με τον γιο.

Γιατί όσο ζούσαν μαζί η μαμά Βέρα του φανέρωσε ένα πρόσωπο που σε καμία περίπτωση δεν θα το είχε ανακαλύψει στα σύντομα ραντεβουδάκια μέσα στ’ αυτοκίνητα και τις τουαλέτες. Δεν θα είχε προλάβει δηλαδή, γιατί θα είχε περάσει ήδη στην επόμενη. Απλά του πήρε λίγο παραπάνω χρόνο μέχρι να κατανοήσει ότι την είχε ερωτευτεί.

Αυτό βέβαια σε καμία περίπτωση δεν είναι προτροπή να πάμε όλες να γκαστρωθούμε για να βρούμε τον έρωτα. Παρέθεσα την ιστορία για τα  ζευγάρια που ορκίζονται αιώνια αγάπη, αλλά μόλις δουν τεστ θετικό είναι έτοιμοι να κλωτσήσουν την «αγάπη» αυτή αλα Λεωνίδα στο «Τhis is Sparta».

Ναι εσείς που ξέρετε ποιοι είστε και τι δεν θέλετε οκ το δέχομαι, δικαίωμα σας. Ρίχτε το στον Καιάδα. Αλλά εσείς που φοβάστε και παίρνετε αποφάσεις με γνώμονα τις ανασφάλειες σας, έχετε ιδέα τι κλωτσάτε;
Κάπου εκεί έξω κυκλοφορεί ένας μπόμπιρας ετών πέντε , που κλείνει το μάτι σε αυτούς που αναρωτιούνται πως η Βέρα κι ο Λευτέρης τα ξαναβρήκαν και μοιάζουν τόσο αγαπημένοι.

 Και πως άλλωστε να μην κλείνει το μάτι….Δεν είναι και λίγο να  σπέρνεις έναν έρωτα  με τον ερχομό σου στη Γη.

BLOOD MOON: Το φοβερό ή της Αφθονίας;




Η Οκτωβριανή πανσέληνος ονομάστηκε από την παλαιολιθική εποχή, Ματωμένο Φεγγάρι ή αλλιώς Πανσέληνος των Κυνηγών (The hunters moon) διότι σηματοδοτούσε την κατάλληλη περίοδο για να κυνηγήσουν και να αποθηκεύσουν κρέας για τον κρύο χειμώνα. Η σελήνη φωτίζει ιδανικά, τα φύλλα έχουν πέσει αυτή την περίοδο και οι κυνηγοί μπορούν εύκολα να εντοπίσουν την λεία τους.

Όποιος βάζει το ρολόι στις 6.30 για να πάει στη δουλεία του  και ξύπνησε με το φως της Σελήνης σήμερα αντί για του Ηλίου, μπορεί ν’ αντιληφθεί πόσο έντονο είναι. Πλέον όμως αγοράζουμε το κρέας στο super market και δεν μπορούμε να συσχετισθούμε με την ευλάβεια που ένιωθαν οι τότε άνθρωποι ως προς τα φυσικά φαινόμενα που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με τον τρόπο ζωής τους.

 Όταν ακούμε blood moon στο μυαλό μας έχουμε φονικά, λυκάνθρωπους και  φοβερά τεκταινόμενα κι έχει συνδεθεί με πολλά κοσμοιστορικά γεγονότα. Σε όλες  τις προ-χριστιανικές αλλά και χριστιανικές παραδόσεις βέβαια, το αίμα είναι σύμβολο ζωής κι όχι θανάτου. Δεν θα εξετάσω πως  αντιστρέψαμε τους συμβολισμούς στη πορεία των χρόνων. Ίσως γιατί δεν διδαχτήκαμε ποτέ στο σχολείο την Ιστορία πίσω απ’ την Ιστορία..

Στα βιβλία εκείνα που ζωγραφίζαμε με στιχάκια, απεικονίζονταν τοιχογραφίες με κυνήγι ζώων, χοροί κυκλικοί και κερασφόρες φιγούρες.  Καθότι δεν είχαν βιβλία για να ζωγραφίσουν και το κύριο μέλημα τους ήταν πως να βρουν τροφή, οραματίζονταν τον εαυτό τους να πιάνει το θήραμα και χρησιμοποιούσαν τις ζωγραφιές για να βλέπουν τον στόχο τους.

Χόρευαν σε κύκλο λίγο πριν βγουν για κυνήγι για να ανυψώσουν την δύναμη τους, καθώς με τον επαναλαμβανόμενο ρυθμό οι παλμοί της καρδιάς ανεβαίνουν. Σε αντίθεση με τους σημερινούς κυνηγούς, σέβονταν την λεία τους. Δεν σκότωναν ότι βρουν μπροστά τους και δεν περιφρονούσαν ποτέ και κανένα ζώο, θεωρώντας ότι είναι καλύτεροι ως δίποδα με ανεπτυγμένο εγκέφαλο.

Όταν επέστρεφαν με τα τομάρια , τιμούσαν το πνεύμα του ζώου που σκότωσαν  και προσέφεραν ευχαριστίες με χορούς και ύμνους προς τον θεό ή θεά του κυνηγιού (ανάλογα με τον λαό). Λογικό είναι εφ’ όσον ερχόντουσαν σε επαφή με κερασφόρα ζώα, οι θεοί τους να έχουν αυτή τη μορφή. Πάνας, Άρτεμις, Mixcoatl, Cernunnos, ακόμα και στον Διόνυσο έχει προσδοθεί η μορφή του κερασφόρου θεού.

Η κατεξοχήν θεά του κυνηγιού είναι η δική μας Άρτεμις κι αργότερα Diana των Ρωμαίων. Θα ήθελα να σταθώ στον Cernunnos που είναι λιγάκι παρεξηγημένος. Απεικονίζεται να κρατά στο ένα του χέρι περιλαίμιο που συμβολίζει την αφθονία και στο άλλο ένα φίδι που λόγω του ότι αλλάζει δέρμα, συμβολίζει την αναγέννηση.

Έτσι αποξενωμένοι από την φύση που είμαστε, το μόνο που μπορούμε να αντλήσουμε από τη μορφή ενός φιδιού, είναι αρνητικά συναισθήματα. Κι όμως ακόμα και ο δικός μας ο Ερμής απεικονίζεται να κρατά ένα κυρήκειο τυλιγμένο με φίδι. Εδώ το φίδι συμβολίζει ξεκάθαρα την έλικα του DNA. O θεός της Ιατρικής πάλι ο Ασκληπιός, κράτα ράβδο με φίδι, το σήμα που βλέπεις στην ταμπέλα κάθε φαρμακείου.

Μερικοί  μυθογράφοι το πάνε ακόμα παραπέρα, δηλαδή ότι το φίδι συμβολίζει το ανερχόμενο ρεύμα ενέργειας στο ανθρώπινο σώμα (κουνταλίνι).

Σε κάθε περίπτωση, το φίδι σήμαινε θεραπεία, αναγέννηση, ζωή, όπως και το αίμα.

Η Πανσέληνος του Οκτωβρίου για τους παραπάνω λόγους αντιπροσωπεύει την αφθονία κι αφού το μόνο κυνήγι που μας αφορά είναι το κυνήγι των ευκαιριών, σημαίνει λοιπόν την αφθονία στον τομέα των οικονομικών, της υγείας και της αγάπης. Αυτοί που θα δυσκολευτούν είναι μόνο όσοι δεν είναι απόλυτα συντονισμένοι με τα θέλω τους και τους στόχους τους. Ας μην αποδίδουμε τις εκρήξεις μας και τις δραματικές τάσεις μας στο φεγγάρι. 

Κι εφόσον η έκλειψη μάλιστα είναι ένα επιπλέον παράθυρο για να επέλθουν βαθιές και σημαντικές αλλαγές, ας λάβουμε το μήνυμα να τιμήσουμε την ροή της ζωής(blood flow) όπως οι προγονοί μας. Η σκιά αυτής της κόκκινης έκλειψης συνέβη για να μας υπενθυμίσει  ότι αυτό που είμαστε κι αυτό που θέλουμε να γίνουμε δεν είναι γραμμένο πουθενά αλλού, παρά στην καρδιά μας!

Κύκλους που κάνει η ζωή


Πριν χρόνια πρωτοπροβλήθηκε η ταινία «The notebook» βασισμένη στο βιβλίο του Nicolas Sparks και παραμένει blockbuster μέχρι και σήμερα. Κατά κόρον οι περισσότεροι στέκονται στο love story. Εγώ στάθηκα στο γεγονός ότι τα παιδιά της πάσχουσας από Alzheimer, Ally, προχωρούν τις ζωές τους μακριά απ΄το κέντρο φροντίδας. Αυτός που μένει και την φροντίζει μέχρι το τέλος, είναι ο σύζυγός της Noah.
Τι γίνεται όμως όταν δεν υπάρχει σύζυγός για να φροντίσει τον ηλικιωμένο γονέα με Alzheimer ή άνοια;
Εδώ στην Ελλάδα έχουμε γαλουχηθεί με την χριστιανική εντολή «τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου». Μπαίνεις λοιπόν στο δίλημμα αν θα σπαταλήσεις τις περισσότερες ώρες της ζωής σου στο το να φροντίζεις ένα ενήλικο μωρό( πόσο μάλλον αν δεν έχεις κάνει δικά σου), ή αν θα αφήσεις τον γονέα σε κάποιο γηροκομείο με τις ενοχές να σε τρώνε για πάντα ότι τον πέταξες.

Η Βάσω, αδερφή της γιαγιάς μου Τασίας, μετακόμισε στο σπίτι μας πριν εννέα χρόνια αφ’ ότου απεβίωσε ο άντρας της. Παιδιά δεν είχε για να την φροντίσουν αλλά έτσι κι αλλιώς πάντοτε όταν παραθερίζαμε στο χωρίο, γιαγιά την φωνάζαμε και την αγαπούσαμε το ίδιο. Ήταν πολύ πρόσχαρος άνθρωπος και απ΄αυτές τις γυναίκες που ανοίγουν το σπίτι τους σε κάθε ξένο. Σαν οικογένεια της πλέον, αναλάβαμε εμείς την ευθύνη της.
Η γιαγιά Βάσω μου έμαθε τι πραγματικά σημαίνει αστείρευτη υπομονή και ανοχή. Τα πρώτα χρόνια που δεν ήταν τόσο σοβαρό το πρόβλημα, αφήναμε την ίδια να παραλαμβάνει την σύνταξή της.
Ομολογώ ότι ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να τακτοποιώ το σπίτι και να παίζω το κυνήγι του χαμένου θησαυρού, ανακαλύπτοντας εδώ κι εκεί 50ευρά που έκρυβε η γιαγιά δήθεν απ’ τους Γερμανούς.
Υπήρξαν πολλά αστεία περιστατικά που τα θυμάμαι με αγάπη κα μου λείπουν πολύ. Όπως τότε που η γιαγιά ξύπνησε τον αδερφό μου ξημερώματα για να πάει ν’ αρμέξει τις αγελάδες.
Ή τότε που την ρώτησα: «ποιον χαιρετάς γιαγιά; Και μου απάντησε: «Να,την Βαγγελίτσα που στέκεται δίπλα σου». Εννοούσε την γειτόνισσα απ΄το χωρίο που είχε πεθάνει ένα χρόνο πριν. Ο αδερφός μου αναφέρεται ακόμα σ’ εκείνο το σκηνικό με την ατάκα απ΄την «6η Αίσθηση» : I see dead people...και γελάμε.
Τα βιώματα της Κατοχής ερχόντουσαν όμως όλο και πιο πολύ στην επιφάνεια, οπότε άρχισε να μην έχει πλάκα. Η πόρτα κλείδωνε μόνιμα πλέον καθ΄ότι είχε τάσεις φυγής.
 Δεν ήταν μόνο ότι έχανε την επαφή της με την πραγματικότητα, αλλά ξεχνούσε βασικές λειτουργίες όπως το πώς να περπατάει ή να τρώει. Χρειαζόταν βοήθεια για να πάει τουαλέτα. Το τρομερό δεν ήταν βέβαια αυτό, αλλά το ότι ξεχνούσε ότι είχε πάει πέντε λεπτά πριν.
Όταν φτάσαμε στο σημείο να τρώμε όλοι μαζί στο τραπέζι και να ουρλιάζει ότι την έχουμε εγκαταλείψει μόνη της στον ποταμό (εννοούσε τα χρωματιστά πλακάκια), έθεσα το ερώτημα μήπως θα έπρεπε να λάβει εξειδικευμένη φροντίδα από κάποιο κέντρο. Ο πατέρας μου ήταν ανένδοτος. Δεν θα την εγκατέλειπε σαν κουρέλι, όπως χαρακτηριστικά έλεγε.
Ξέρω πολλούς άλλους φίλους μου όμως, που βρήκαν ως καλύτερη λύση  να παρέχεται φροντίδα στον γονέα τους, από άτομα που γνωρίζουν πώς να αντιμετωπίσουν τέτοιες κρίσεις.  Βασικά δεν υπάρχει η σωστότερη συνταγή. Ο καθένας κρίνει τι είναι καλύτερο και σε τι μπορεί να ανταπεξέρθει.
Όταν δεν έχουν επαφή πλέον με την πραγματικότητα, το περιβάλλον είναι έτσι κι αλλιώς άγνωστο, είτε μένουν στο σπίτι, είτε στο γηροκομείο. Καταλαβαίνουν μόνο την παγκόσμια γλώσσα, την αγάπη. Κι ίσως όταν η υπομονή σου εξαντλείται καθημερινά από τις αλλοπρόσαλλες συμπεριφορές μέσα στο σπίτι, να μην έχεις το κουράγιο να την εκφράσεις.
Στα τελευταία της η γιαγιά μου δεν θυμόταν καν να αρθρώσει λέξεις κι εκνευριζόταν που δεν κατανοούσαμε τα λόγια της, η καρδιά της χτυπούσε κόκκινο.
Τότε έκανα το εξής: την κοιτούσα βαθιά στα μάτια και της έλεγα: « Δεν πειράζει που δεν σε καταλαβαίνουμε, εσύ καταλαβαίνεις πόσο σ’αγαπάω;» Τότε αμέσως χαμογελούσαν τα μάτια της και γαλήνευε. Και κάπως έτσι έφυγε κι απ’ τη ζωή. Με το σ’αγαπώ.